4 troxoi website home 4 troxoi forum

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ 4ΤΡΟΧΟΙ

Nίκος Δήμου

H ΠΑΡΕΑ EINAI ΚΑΛΗ - κι όσο περνάει ο καιρός γίνεται καλύτερη. Μιλάω για
τις πρώτες σελίδες των 4T, που μεταμορφώνονται βαθμιαία σε μία ενδιαφέρουσα
ανθολογία κειμένων (και συγγραφέων). Ως αρχαιότερος (μη μόνιμος)
συνεργάτης, να χαιρετίσω την παρουσία του Βασίλη Βασιλικού. H ομάδα
απέκτησε έναν σημαντικό επιθετικό παίκτη.
Θυμάμαι πριν εννέα χρόνια, όταν πρωτάρχισα να γράφω τακτικά (πριν ήταν μόνο
σποραδικές παρουσίες) πόση δυσπιστία συνάντησα από τους αναγνώστες. Τι
θέλει ένας διανοούμενος ανάμεσα στα μπουλόνια; Τι γράφει αυτός για την ψυχή
των αυτοκινήτων, την οδήγηση ως ελάσσονα τέχνη, την αισθητική της Τέλειας
Διαδρομής;
Επί τέσσερα χρόνια συνέχιζα τις μεταφυσικο-τεχνολογικές μου αναζητήσεις -
σάντουιτς ανάμεσα σε K.K. και Π.Φ. και το Δεκέμβριο του ?89 ήρθε στην παρέα
ο Νίκος Μάργαρης. Ακολούθησαν Λάσκαρις, Ζουράρις, Σωμερίτης. Τώρα νομίζω
πως οι πρώτες σελίδες έχουν γίνει ένα ξεχωριστό περιοδικό - κάτι σαν ένθετο
μέσα στους 4T.
Ένθετο ή ξένο σώμα; Θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς το δεύτερο, αν
μετρήσει πως οι τρεις από τους οκτώ δεν ασχολούνται καθόλου με το κύριο
θέμα του περιοδικού κι ο ένας (K.K.) μόνο κατά καιρούς. (Αγνωστο τι θα
κάνει ο B.B.). Ωστόσο αυτό το «ξένο σώμα» είναι που κάνει τους 4T να
ξεχωρίζουν. Δείχνει κάτι, που εγώ το πιστεύω από δεκαετίες (κι ας έχω
επικριθεί από πολλούς καλαμαράδες): πως το πνεύμα δεν είναι εχθρικό ή
άσχετο με την τεχνική, πως η τεχνολογία είναι και αυτή μια πνευματική
δημιουργία - και πως ένα μοτέρ (αν ξέρεις να το διαβάσεις) μπορεί να είναι
εξίσου συναρπαστικό με ένα βιβλίο.
Και άρα οι αναγνώστες των 4T δεν περιορίζονται μόνο στα μπουλόνια. Έχουν
ευρύτερα ενδιαφέροντα και σε αυτά ανταποκρίνονται οι πρώτες σελίδες.

ΓΙΑΤΙ H MANIA TOY ΚΑΛΥΤΕΡΟΥ; Έχεις ένα μηχάνημα (αυτοκίνητο, στερεοφωνικό
συγκρότημα, υπολογιστή, φωτογραφική μηχανή, κ.λπ.). Κάνεις τη δουλειά σου.
Και ξαφνικά μαθαίνεις (επειδή είσαι ψώνιο και διαβάζεις τα σχετικά) ότι
τώρα βγήκε ένα καινούριο μηχάνημα που είναι πιο γρήγορο, πιο εξελιγμένο,
πιο αποδοτικό - η τελευταία λέξη της τεχνολογίας. Κι αμέσως το θέλεις.
Γιατί; Καταναλωτισμός;
Εύκολη και επιπόλαιη εξήγηση. Αν ήταν ρούχο, θα έλεγα, ναι. Γιατί αφού δεν
διαφέρει στη χρήση (το νέο ρούχο δεν ζεσταίνει περισσότερο) η ανάγκη της
απόκτησής του ανάγεται κυρίως στη μόδα και την επίδειξη. Αλλά στα
μηχανήματα υπάρχει διαφορά στη χρήση. Ένας υπολογιστής 286, είτε δεν τρέχει
καθόλου τα σημερινά προγράμματα είτε τα τρέχει τόσο αργά που μπορείς
ανάμεσα σε δύο εντολές να πας για καφέ. Αν οδηγείτε ένα σύγχρονο μοντέλο
αυτοκινήτου (οποιοδήποτε) και σας συμβεί (μου συνέβη...) να βρεθείτε στο
τιμόνι ενός παλαιού (που πριν δέκα χρόνια ήταν άκρως επαρκές) θα νιώσετε
ξαφνικά πως δεν τραβάει, δε στρίβει και - κυρίως - δε φρενάρει. Για να μην
αναφέρω τη φωτογραφία: πήρα πριν λίγο καιρό στα χέρια μου τη Nikon F3 (που
τη δούλεψα δέκα χρόνια) και σχεδόν δεν μπορούσα να τη χρησιμοποιήσω - ούτε
αυτόματη εστίαση, ούτε matrix φωτομέτρηση...
Αντίθετα λοιπόν με τα ρούχα και τα έπιπλα, στα τεχνολογικά προϊόντα υπάρχει
εξέλιξη ουσιαστική. Σε μερικούς χώρους πολύ γρήγορη (υπολογιστές) σε άλλους
πιο αργή (στερεοφωνικά). Πριν λίγες μέρες βρέθηκα στην Κύπρο (εντυπώσεις
παρακάτω). Στο δωμάτιο του ξενοδοχείου υπήρχε τηλεόραση - αλλά χωρίς
τηλεκοντρόλ. Ήταν σαν να μην υπήρχε! Ένιωσα ότι μου στερούσαν την ελευθερία
της επιλογής. Τηλεόραση χωρίς zapping; Παρόλο που όταν ταξιδεύω ανοίγω
πάντα την τοπική τηλεόραση (είναι ένα ακόμα παράθυρο και διδάσκει πολλά για
τον τόπο) εκεί είδα ελάχιστη.
Αλλά δεν είναι μόνο το θέμα των ευκολιών που παρέχει η κάθε νέα γενεά
προϊόντων. Είναι και κάτι άλλο, που θα το ονόμαζα «η ανάγκη του τέλειου».
Οι τακτικοί αναγνώστες της στήλης ξέρουν τη θεωρία μου για τα μηχανήματα
που μας προεκτείνουν, μας συμπληρώνουν και με τα οποία ταυτιζόμαστε. H
ταύτιση αυτή σημαίνει πως κάθε βελτίωση της μηχανικής προέκτασης του νου,
του ματιού ή των ποδιών μου, αναδρά - και αναβαθμίζει εμένα. Δηλαδή, το να
έχω τον πιο γρήγορο και έξυπνο υπολογιστή με κάνει να νιώθω πως το μυαλό
μου τρέχει πιο γρήγορα. Αυταπάτη; Σίγουρα όχι, αφού η διαφορά μπορεί να
φανεί στο τελικό αποτέλεσμα.
Είναι ένας αγώνας - όπως όλοι οι βιωτικοί αγώνες αντοχής και διάρκειας - με
εξασφαλισμένη την τελική ήττα. Κάποια στιγμή δεν θα αντέξεις στην κούρσα
και θα μείνεις πίσω. Από έλλειψη δυνάμεων, γνώσεων ή και χρημάτων. (Είναι
και διαφορετικά τα οικονομικά μεγέθη: η Rolls-Royce των φωτογραφικών
μηχανών κοστίζει το ένα πέμπτο από την αντίστοιχη των υπολογιστών και το
ένα εκατοστό από αυτήν των αυτοκινήτων). Εκείνοι που προχωράνε την
τεχνολογία, είναι πολλοί, σε συνεχή σκυταλοδρομία - ενώ εσύ, ο χρήστης,
είσαι ένας.
Όμως αυτός δεν είναι λόγος να παραιτηθείς ή να απέχεις...
Και τι γίνεται με τον επιδειξία που αγοράζει πάντα το ακριβότερο, χωρίς να
ξέρει να το αξιοποιήσει; Τον βουτυρομπεμπέ (ή πουρογιεγιέ) με την Porsche,
τον κύριο Ασχετόπουλο με την Canon EOS 1, τον γιάπι που θέλει υπολογιστή
Pentium για να κάνει έναν πολλαπλασιασμό; Αυτοί σίγουρα είναι fashion
victims, θύματα της μόδας. Αλλά τα μηχανήματα που δεν ξέρουν να χειρισθούν
τους εκδικούνται ανελέητα. Τους ρεζιλεύουν με τον χειρότερο τρόπο...

H ΚΥΠΡΟΣ ΑΠΟ TO ΠΙΣΩ (ΠΙΣΩ) ΚΑΘΙΣΜΑ. Τέλη Μαρτίου βρέθηκα στην Κύπρο. Ήταν
η πρώτη μου επίσκεψη μετά το 1971 (όπου, ευτυχώς, είχα την καλή έμπνευση να
εξερευνήσω εξαντλητικά τη βόρεια Κύπρο και την περιοχή της Αμμοχώστου...)
Αντίθετα με την άλλη φορά, όπου είχα νοικιάσει ένα (δεξιοτίμονο) Mini, τώρα
περιηγήθηκα τη νότια και κεντρική Κύπρο ετεροκίνητος. Μία μέρα με πούλμαν
και τέσσερις με ταξί. Από το πίσω κάθισμα λοιπόν οι εντυπώσεις. Κι αν
διαβάσατε τη λέξη «πίσω» δύο φορές, δεν είναι τυπογραφικό λάθος. Το ταξί
του κ. Σάββα έχει ΕΞΙ πόρτες και ΔΥΟ πίσω καθίσματα. Για λόγους άνεσης και
φωτογραφικούς, προτιμούσα το πίσω-πίσω.
A, τα κυπριακά ταξί! Νομίζω πως θα εκτοπίσουν από την κορυφή της λίστας μου
τα λονδρέζικα. Μπορεί να μην έχουν το στιλ και τη γραφικότητα των μαύρων
cabs, αλλά σε ανέσεις υπερτερούν. Είναι όλα μεγάλες ή μεσαίες Mercedes
(τουλάχιστον όσα είδα) αυτόματα και με κλιματισμό. Εκεί που τα λονδρέζικα
είναι ακατάλληλα για διαδρομές εκτός πόλης (θόρυβος, ανάρτηση, καθίσματα),
τα κυπριακά είναι ανετότατα. Επιπλέον έχουν ένα ανεκτίμητο έξτρα: τον
Κύπριο οδηγό.
O οποίος ξέρει να κρατάει την ισορροπία ανάμεσα σε φιλικότητα και
οικειότητα. Είναι ομιλητικός χωρίς να γίνεται φλύαρος, περίεργος χωρίς να
είναι αδιάκριτος, εξυπηρετικός χωρίς να φτάνει στη δουλικότητα - ή την
καταπίεση. Εκτός από οδηγός αυτοκινήτου είναι και τουριστικός οδηγός καθώς
και γραφείο παροχής γενικών υπηρεσιών. Έχει πάντα ένα κουμπάρο που θα σου
νοικιάσει αυτοκίνητο, έναν ξάδερφο που θα σε πάει με το σκάφος, κ.λπ.
Γιατί δεν νοίκιασα αυτοκίνητο; Δεν βρήκα όχημα που να μου αρέσει και να το
εμπιστεύομαι. H κατάσταση στην Κύπρο είναι λίγο ιδιότυπη: υπάρχουν
εκατοντάδες μικρά γραφεία ενοικίασης με λίγα αυτοκίνητα - και είσαι
υποχρεωμένος να πάρεις ό,τι διαθέτουν εκείνη τη στιγμή. Διαλέγεις από τον
κατάλογο ένα «Ηonda Civic 1.5 automatic, air-conditioned», το κλείνεις από
το τηλέφωνο - και σου φέρνουν ένα γέρικο Mitsubishi Lancer 1.2 χωρίς
κλιματισμό και αυτόματες ταχύτητες, με πόρτες στραβές (κακή επισκευή) και
τιμόνι με άφθονο τζόγο. (Γεγονός!) Λες: «δεν είναι αυτό που ζήτησα», και η
απάντηση είναι «θα σας το δώσουμε φθηνότερα...»
Αποφασίζεις να καταφύγεις στο πολυεθνικό κεφάλαιο - κι όχι στον φίλο του
ξενοδοχειακού θυρωρού. Παίρνεις τηλέφωνο την Avis και δεν απαντάει.
Παίρνεις τη Hertz, σου λένε «ο υπεύθυνος δεν είναι εδώ, αλλά θα έρθει σε
δέκα λεπτά». Πηγαίνεις τότε επί τόπου (μετά από είκοσι λεπτά) αλλά το
γραφείο είναι κλειστό και η γειτονική βενζίνα δεν νομίζει ότι θα
ξανανοίξει. (Έχει όμως εκείνη ένα καλό Suzuki Swift για ενοικίαση...)
Προτίμησα το ταξί...

H ΚΥΠΡΟΣ EINAI ΠΑΝΤΑ (θα επαναλάβω μία κλασική φράση): «ένας τόπος όπου το
θαύμα λειτουργεί ακόμα». Συνάντησα τον Σεφέρη «κάτω απ? τη γέρικη
συκομουριά» στην Αγία Νάπα. («Αγιάναπα» την αναφέρει στους τίτλους δύο
ποιημάτων του, όπως την προφέρουν οι ντόπιοι).
H συκομουριά - (sycamore στον Shakespeare, «τουμπεζιά» στα κυπριακά) είναι
ένα θεόρατο δέντρο, πολλών αιώνων, κάτω από το βενετσιάνικο μοναστήρι της
Αγίας Νάπας. Τόσο παλιό που ίσως να σκίασε τη Δεισδαιμόνα (ο «Οθέλος»
διαδραματίζεται στην Κύπρο - μάλλον στην Αμμόχωστο). Τώρα σκιάζει ένα μικρό
και απέριττο μνημείο με το πρόσωπο του Γιώργου Σεφέρη.
Όταν ο ποιητής είχε πάει στην Κύπρο, η Αγία Νάπα ήταν ένας μικρός
συνοικισμός ψαράδων - δέκα σπίτια. Από αυτόν έμεινε μόνο το μικρό λιμάνι.
Γύρω και πέρα σε ακτίνα χιλιομέτρων, εκατοντάδες ξενοδοχεία, πολυκατοικίες
με ενοικιαζόμενα διαμερίσματα, σουπερμάρκετ, μπαρ και ντίσκο, συγκροτούν
έναν από τους μεγαλύτερους τουριστικούς οικισμούς της Μεσογείου. Τον
ανταγωνίζεται μόνο η διπλανή - ακόμα μεγαλύτερη και πιο καινούρια - περιοχή
του Πρωταρά. Λίγα χιλιόμετρα κάτω από την κατεχόμενη Αμμόχωστο, οι Κύπριοι
έχουν χτίσει δύο Αμμοχώστους.
Αυτό είναι το ένα θαύμα - το οικονομικό. «Το χάσμα π? άνοιξε ο σεισμός κι
ευθύς εγιόμισ? άνθη». Ξέρω, πολλοί θα ενοχληθούν από την εμπορευματοποίηση,
την παραμόρφωση, την εκμετάλλευση. Όμως διακόσιες χιλιάδες πρόσφυγες έπρεπε
να ζήσουν!
Εβδομήντα χρόνια μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, στην Ελλάδα υπάρχουν
ακόμα παράγκες και προσφυγικά κτίσματα. Στην Κύπρο, είκοσι χρόνια μετά -
κανένα!
Κι όταν μιλάμε για ανάπτυξη, μη σκεφθείτε τα δικά μας: αυθαίρετα, άναρχη
δόμηση, ανύπαρκτη υποδομή. Δεν είδα ούτε ένα αυθαίρετο, τα τηλέφωνα
λειτουργούν άψογα (η κινητή τηλεφωνία είναι πάμφθηνη), άσφαλτος γυαλί και
υποδειγματικοί αυτοκινητόδρομοι. H οργάνωση της ζωής είναι γενικά πολύ
καλύτερη από την ελλαδίτικη.

ΑΛΛΑ KAI TO ΑΛΛΟ ΘΑΥΜΑ (του Σεφέρη) λειτουργεί ακόμα. Δεν έχει κανείς παρά
να προσέξει τα Ελληνικά τους - είναι πολύ πιο γνήσια από τα δικά μας. O
τελευταίος ταξιτζής έχει ένα πλούσιο και ανθηρό λεξιλόγιο, που θα το
ζήλευαν πολλοί σπουδαγμένοι Ελλαδίτες. Πράγμα που αποδεικνύει και το
αστήρικτο όλων των επιστολών σας για τον αφελληνισμό της Ελληνικής - λόγω
ξένων επιδράσεων. Εκεί οι άνθρωποι μεγαλώνουν δίγλωσσοι (τρίγλωσσοι αν
μέναν σε τουρκικές περιοχές). Όμως τα Αγγλικά τους δεν διαβρώσανε τα
Ελληνικά!
Ωραίοι, ζεστοί άνθρωποι. Με μία φιλοξενία που θυμίζει παλιές (σχεδόν
ομηρικές) εποχές. Πλούσιος τόπος, αισθησιακός, γεμάτος φως, μυρωδιές και
γεύσεις. (Τυχαία γεννήθηκε εκεί η Αφροδίτη;) Μόνο τρία αρνητικά πράγματα
μου θύμισαν Ελλάδα: τα πατημένα ζώα στους δρόμους, το τσιμέντο στα ορεινά
χωριά και τα σκουπίδια στις ρεματιές των βουνών. (Οι παραλίες
πεντακάθαρες).
Τον Σεφέρη τον ξανασυνάντησα στις Πλάτρες, πάνω στο όρος Τρόοδος. Και
συμπόνεσα την τύχη των στίχων του. Κάθε ξεναγός νιώθει υποχρέωση να
αναφέρει πως: «Τ? αηδόνια δε σ? αφήνουνε να κοιμηθείς στις Πλάτρες». O
στίχος, ξεριζωμένος από το ποίημα, δεν σημαίνει τίποτα. O ανύποπτος
τουρίστας θα σκεφθεί πως ο ποιητής είχε αϋπνίες. Αλίμονο - άλλα πράγματα
τον κρατούσανε ξάγρυπνο.
Κι εγώ δεν καλοκοιμήθηκα τη μέρα που είδα την Αμμόχωστο δυο βήματα μπροστά
μου, από ένα παρατηρητήριο στη Δερύνεια. Θυμήθηκα τα ηλιόλουστα πρωινά που
γύριζα στα τείχη της και στα ερείπια της άλλης Σαλαμίνας, της κυπριακής.
Θυμήθηκα την πανέμορφη Κερύνεια και τις λεμονιές στο Μπελαπάις. Και απόρησα
με αυτόν το λαό που κόπτεται και διαδηλώνει για την ανύπαρκτη απειλή των
Σκοπίων και ξεχνάει την ανοιχτή πληγή της Κύπρου και την τόσο υπαρκτή
απειλή της Τουρκίας.
Από τότε, πριν είκοσι χρόνια, που έγραψα το «Δεν ξεχνώ» και εικονοποίησα τη
γραμμή του Αττίλα να αιμορραγεί - τι έχει αλλάξει; Το σήμα μου το ξαναβρήκα
στα σύνορά της, αλλά η αιμορραγία δεν σταμάτησε. «Το άδειο μας πρόσωπο η
Κύπρος το πληρώνει» έγραψε - τόσο σωστά - ο Διονύσης Σαββόπουλος. Εμείς, οι
Ελλαδίτες, τους κάναμε τη ζημιά. Και μετά μου λένε γιατί με ενοχλούν οι
εθνικισμοί... Όλες οι τραγωδίες μας και οι προσφυγιές, από εθνικισμούς
ξεκίνησαν!_.Ν.Δ.